Μετάβαση στο περιεχόμενο

Διπολική διαταραχή

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Διπολική διαταραχή
Διπολική διαταραχή χαρακτηρίζεται από δύο συναισθηματικές διαταραχές, τη μανία και την κατάθλιψη.
Ειδικότηταψυχιατρική και κλινική ψυχολογία
Συμπτώματαεναλλαγές διάθεσης, ανηδονία, Αϋπνία, Υπερυπνία, παραλήρημα, αφασία, παραίσθηση, υπερσεξουαλικότητα, μανία, Υπομανία, κατάθλιψη, κόπωση και psychomotor agitation
Ταξινόμηση
ICD-10F31
ICD-9296.0, 296.1, 296.4, 296.5, 296.6, 296.7, 296.8
OMIM125480 309200
DiseasesDB7812
MedlinePlus000926
eMedicinemed/229
MeSHD001714

Η διπολική διαταραχή (γνωστή και ως διπολική συναισθηματική διαταραχή, μανιοκαταθλιπτική διαταραχή ή απλώς μανιοκατάθλιψη), είναι μια ψυχική νόσος. Τα άτομα με διπολική διαταραχή βιώνουν επεισόδια ανεβασμένης ή ευερέθιστης διάθεσης γνωστά ως μανία εναλλασσόμενα με επεισόδια κατάθλιψης. Αυτά τα επεισόδια μπορεί να προκαλέσουν προβλήματα στην ικανότητα του ανθρώπου να λειτουργήσει φυσιολογικά στην καθημερινότητα του. Σχεδόν το 4% των ανθρώπων παγκοσμίως έχουν διπολική διαταραχή, είναι το ίδιο συχνή σε άνδρες και γυναίκες και εμφανίζεται συνήθως σε νεαρή ηλικία. Η αιτία που προκαλεί την διαταραχή δεν είναι ξεκάθαρη αλλά οι γενετικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες θεωρείται πως παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της διαταραχής. Η θεραπεία περιλαμβάνει σταθεροποιητές διάθεσης όπως το λίθιο, αντιεπιληπτικά φάρμακα καθώς και ψυχοθεραπεία.

Υπάρχουν γενικευμένα προβλήματα με κοινωνικό στίγμα, στερεότυπα καθώς και προκατάληψη ενάντια σε άτομα με διπολική διαταραχή, ωστόσο η διπολική διαταραχή έχει συνδεθεί και με την δημιουργικότητα και ακόμη και την ιδιοφυΐα, και πολλοί καλλιτέχνες, όπως ο ζωγράφος Βίνσεντ βαν Γκογκ, η ηθοποιός και συγγραφέας Κάρι Φίσερ, η συγγραφέας Βιρτζίνια Γουλφ, ο καλλιτέχνης Κάνιε Γουέστ, και η καλλιτέχνης Σελένα Γκόμες έπασχαν και πάσχουν από αυτή.

Η μανία είναι κυρίαρχο χαρακτηριστικό της διπολικής διαταραχής και μπορεί να συμβεί με διαφορετικά επίπεδα σοβαρότητας. Σε ηπιότερα επεισόδια μανίας, γνωστά ως υπομανία, τα άτομα εμφανίζονται ενεργητικά, ευερέθιστα, και μπορεί να είναι πολύ παραγωγικά. Όταν η μανία γίνεται πιο σοβαρή, τα άτομα αρχίζουν να συμπεριφέρονται αλλοπρόσαλλα και παρορμητικά, παίρνοντας συχνά λανθασμένες αποφάσεις και έχουν μη ρεαλιστικές ιδέες για το μέλλον, ενώ η ανάγκη για ύπνο μειώνεται σημαντικά. Σε πολύ σοβαρά επεισόδια μανίας, τα άτομα μπορεί να βιώσουν πολύ διαστρεβλωμένες πεποιθήσεις για τον κόσμο και την πραγματικότητα, αυτό είναι γνωστό και ως ψύχωση.

Τα άτομα που βιώνουν μανιακά επεισόδια, επίσης, συχνά βιώνουν και καταθλιπτικά επεισόδια. Κάποιοι βιώνουν μια κατάσταση στην οποία παρουσιάζονται ταυτόχρονα χαρακτηριστικά μανίας και κατάθλιψης, αυτά ονομάζονται μικτά επεισόδια και είναι τα πιο ευμετάβλητα στο πλαίσιο της διαταραχής. Τα μανιακά και καταθλιπτικά επεισόδια διαρκούν από λίγες ημέρες έως μερικούς μήνες.

Μανιακά επεισόδια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η μανία είναι μια περίοδος αυξημένης ή ευερέθιστης διάθεσης, η οποία μπορεί να λάβει τη μορφή της ευφορίας, και διαρκεί για τουλάχιστον μία εβδομάδα (λιγότερο εάν απαιτείται νοσηλεία).[1]

Στο κατώφλι της αιωνιότητας, πίνακας του Βίνσεντ βαν Γκογκ από τα 1890 που συμβολίζει την απόγνωση που χαρακτηρίζει την κατάθλιψη, ο Βαν Γκογκ έπασχε από διπολική διαταραχή, κάποιοι υποθέτουν ότι κατά την διάρκεια μικτού επεισοδίου έκοψε το ίδιο του το αυτί.

Τα άτομα με μανία συνήθως βιώνουν μια αύξηση στην ενέργεια και μειωμένη ανάγκη για ύπνο, και πολλές φορές μπορεί να κοιμούνται μόλις τρεις ή τέσσερις ώρες κάθε νύχτα. Μερικοί μπορεί να περάσουν μέρες χωρίς ύπνο. Ένα μανιακό άτομο μπορεί να εμφανίζει ταχύ ρυθμό ομιλίας και να εμφανίζει την αίσθηση της πίεσης του λόγου, καθώς και οι σκέψεις του φαίνεται να αλλάζουν με ταχύ ρυθμό.[2] Κατά την διάρκεια της μανίας η προσοχή ενός ατόμου διασπάται εύκολα. Η κριτική ικανότητα του ανθρώπου επίσης επηρεάζεται αρνητικά και οι πάσχοντες μπορεί να κάνουν μεγάλες δαπάνες ή να παρουσιάζουν επικίνδυνη συμπεριφορά που δεν είναι φυσιολογική γι' αυτούς. Η χρήση ουσιών είναι συχνή και η συμπεριφορά τους μπορεί να γίνει επιθετική και ενοχλητική. Μπορεί να αισθάνονται εκτός ελέγχου ή σαν να έχουν «επιλεγεί για μια ειδική αποστολή» καθώς εμφανίζουν μεγαλοπρεπείς και παραληρητικές ιδέες. Η σεξουαλική ορμή μπορεί να αυξηθεί. Στην πιο ακραία μορφή μανίας, ένα άτομο μπορεί να εμφανίσει ψύχωση ή διάσπαση από την πραγματικότητα, όπου η σκέψη επηρεάζεται μαζί με την διάθεση.[3] Αυτό μπορεί μερικές φορές να οδηγήσει σε βίαιες συμπεριφορές.[4] Μερικοί άνθρωποι με μανία βιώνουν έντονο άγχος και ευερεθιστότητα (σε σημείο οργής), ενώ άλλοι είναι αισιόδοξοι και ευφορικοί.[5][6][7]

Η έναρξη ενός μανιακού επεισοδίου συχνά προαναγγέλλεται από διαταραχές του ύπνου. Αλλαγές στη διάθεση, ψυχοκινητικές αλλαγές και αλλαγές στην όρεξη καθώς και μια αύξηση του άγχους μπορεί επίσης να εμφανιστούν έως τρεις εβδομάδες πριν από την ανάπτυξη ενός μανιακού επεισοδίου.

Υπομανιακά επεισόδια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η υπομανία χαρακτηρίζεται από ήπια έως μέτρια επίπεδα αυξημένης διάθεσης όπως αισιοδοξία, πίεση του λόγου και αυξημένη δραστηριότητα καθώς και μειωμένη ανάγκη για ύπνο. Σε γενικές γραμμές, η υπομανία δεν προκαλεί δυσλειτουργία όπως η μανία.[8] Πολλά άτομα με υπομανία είναι στην πραγματικότητα πιο παραγωγικοί από ό,τι συνήθως, ενώ τα μανιακά άτομα έχουν δυσκολία να ολοκληρώσουν τις εργασίες που τους ανατίθενται. Μερικοί άνθρωποι με υπομανία δείχνουν αυξημένη δημιουργικότητα, αν και άλλοι επιδεικνύουν κακή κρίση και ευερεθιστότητα. Πολλοί παρουσιάζουν έντονη σεξουαλική ορμή. Στην υπομανία ωστόσο δεν παρουσιάζονται ψυχωσικά χαρακτηριστικά.

Η υπομανία μπορεί να είναι ευχάριστη για το άτομο που την βιώνει. Έτσι, ακόμα και όταν η οικογένεια και οι φίλοι αναγνωρίζουν εναλλαγές της διάθεσης, το άτομο συχνά θα αρνηθεί ότι κάτι δεν πάει καλά με τη διάθεσή του.[9] Εάν αφεθεί χωρίς θεραπεία, ένα επεισόδιο υπομανίας μπορεί να διαρκέσει οπουδήποτε από λίγες ημέρες έως αρκετά χρόνια, όμως συνήθως τα συμπτώματα διαρκούν για μερικές εβδομάδες έως μερικούς μήνες.[10]

Καταθλιπτικά επεισόδια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα σημεία και συμπτώματα της καταθλιπτικής φάσης της διπολικής διαταραχής περιλαμβάνουν αίσθημα θλίψης, άγχους, ενοχής, θυμό, απομόνωση και απελπισία καθώς και διαταραχές στον ύπνο και την όρεξη. Κόπωση και απώλεια ενδιαφέροντος σε συνήθως ευχάριστες δραστηριότητες, προβλήματα συγκέντρωσης, μοναξιά, απέχθεια προς τον εαυτό, απάθεια ή αδιαφορία, αποπροσωποποίηση, απώλεια ενδιαφέροντος για σεξουαλική δραστηριότητα, κοινωνικό άγχος, ευερεθιστότητα, χρόνιος πόνος (με ή χωρίς γνωστή αιτία), έλλειψη κινήτρων και σκέψεις αυτοκτονίας επίσης εμφανίζονται. Σε σοβαρές περιπτώσεις, το άτομο μπορεί να γίνει ψυχωτικό, μια κατάσταση γνωστή ως διπολική κατάθλιψη με ψυχωσικά χαρακτηριστικά. Αυτά τα συμπτώματα περιλαμβάνουν ψευδαισθήσεις ή, λιγότερο συχνά, παραισθήσεις, συνήθως δυσάρεστες. Ένα μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο διαρκεί για τουλάχιστον δύο εβδομάδες, και μπορεί να συνεχιστεί για πάνω από έξι μήνες, αν αφεθεί χωρίς θεραπεία.[11]

Όσο πιο νωρίς εμφανιστεί η διαταραχή στην ζωή ενός ανθρώπου τόσο πιο πιθανό είναι τα πρώτα επεισόδια να είναι καταθλιπτικά. Επειδή η διπολική διάγνωση απαιτεί μανιακά ή υπομανιακά επεισόδια, πολλοί ασθενείς αρχικά διαγιγνώσκονται και αντιμετωπίζονται σαν να έχουν μείζονα κατάθλιψη.[12][13]

Στο πλαίσιο της διπολικής διαταραχής, μια μικτή κατάσταση είναι μια κατάσταση κατά την οποία τα συμπτώματα της μανίας και της κατάθλιψης συμβαίνουν ταυτόχρονα. Τυπικά παραδείγματα περιλαμβάνουν κλάμα κατά τη διάρκεια ενός καταθλιπτικού επεισοδίου ή ταχείες σκέψεις κατά τη διάρκεια ενός μανιακού επεισοδίου. Τα άτομα μπορούν επίσης να αισθάνονται έντονη απογοήτευση σε αυτή την κατάσταση, για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να έχει σκέψεις «μεγαλείου» ενώ ταυτόχρονα να αισθάνεται αποτυχημένος. Τα μικτά επεισόδια είναι συχνά η πιο επικίνδυνη περίοδος της διπολικής διαταραχής, κατά την οποία οι κίνδυνοι της κατάχρησης ουσιών, διαταραχής πανικού, απόπειρες αυτοκτονίας, και άλλες επιπλοκές αυξάνονται σημαντικά.[14]

Συνδεδεμένα χαρακτηριστικά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα συνδεδεμένα χαρακτηριστικά είναι κλινικά φαινόμενα που συχνά ακολουθούν την διαταραχή αλλά δεν είναι μέρος των διαγνωστικών κριτηρίων. Στους ενήλικες η διαταραχή συνοδεύεται με μεταβολές στις γνωστικές διεργασίες και ικανότητες. Αυτές περιλαμβάνουν μειωμένη προσοχή και μειωμένες εκτελεστικές ικανότητες καθώς και εξασθενημένη μνήμη. Το πώς το άτομο αντιλαμβάνεται τον κόσμο επίσης εξαρτάται απο την φάση της διαταραχής, με διαφοροποιητικά χαρακτηριστικά μεταξύ των μανιακών, υπομανιακών και καταθλιπτικών φάσεων.[15] Μερικές έρευνες έχουν διαπιστώσει μια σημαντική συσχέτιση μεταξύ της διπολικής διαταραχής και της δημιουργικότητας.[16] Μερικοί ασθενείς μπορεί να έχουν δυσκολία στη διατήρηση των σχέσεων.[17] Υπάρχουν πολλοί κοινοί προάγγελοι που εμφανίζονται σε παιδιά που αργότερα διαγιγνώσκονται με διπολική διαταραχή. Αυτοί περιλαμβάνουν ανωμαλίες στην διάθεση, πλήρη μείζονα επεισόδια κατάθλιψης καθώς και διαταραχή ελλειμματική προσοχής - υπερκινητικότητας (ADHD).[18]

Η διάγνωση της διπολικής διαταραχής μπορεί να γίνει πιο περίπλοκη από συνυπάρχουσες ψυχιατρικές παθήσεις όπως η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, κοινωνική φοβία, διαταραχή πανικού και διαταραχή ελλειμματική προσοχής - υπερκινητικότητας. Η κατάχρηση ουσιών μπορεί να προϋπάρχει της εμφάνισης των συμπτωμάτων διπολικής διαταραχής, περιπλέκοντας περαιτέρω τη διάγνωση. Μια προσεκτική ανάλυση κατά μήκος των συμπτωμάτων και επεισοδίων, εμπλουτισμένη αν είναι δυνατόν από φίλους και μέλη της οικογένειας, είναι ζωτικής σημασίας για τη θέσπιση ενός σχεδίου θεραπείας, ειδικά όταν υπάρχουν αυτά τα συνυπάρχοντα νοσήματα.[19]

Τα αίτια της διπολικής διαταραχής ενδέχεται να διαφέρουν μεταξύ των ατόμων . Οι μελέτες σε διδύμους έχουν δείξει μια σημαντική γενετική συμβολή, καθώς και την επίδραση του περιβάλλοντος. Για τη διπολική διαταραχή Ι, τα ποσοστά αντιστοιχίας στις σύγχρονες μελέτες είναι σταθερά γύρω στο 40% σε μονοζυγωτικά δίδυμα (ίδια γονίδια), σε σύγκριση με το 0 έως το 10% σε διζυγωτικά δίδυμα.[20] Η συνολική κληρονομικότητα της διπολικής διαταραχής έχει τεθεί σε 0,71.[21] Η σχετικά χαμηλή αντιστοιχία μεταξύ διζυγωτικών δίδυμων που μεγαλώνουν μαζί δείχνει ότι οι οικογενειακές περιβαλλοντικές επιπτώσεις είναι περιορισμένες.[21]

Γενετικές μελέτες έχουν δείξει πολλές χρωμοσωμικές περιοχές και υποψήφια γονίδια που φαίνεται να σχετίζονται με την ανάπτυξη της διπολικής διαταραχής, αλλά τα αποτελέσματα δεν είναι συνεπή και συχνά δεν αντιγράφονται.[22]

Αν και η πρώτη γενετική εύρεση για τη μανία ήταν το 1969,[23] οι μελέτες σύνδεσης έχουν ασυνέπειες.[24]

Τα ευρήματα συνηγορούν στην ετερογένεια, με διαφορετικά γονίδια να εμπλέκονται σε διαφορετικές οικογένειες. Επιμέρους γονίδια είναι πιθανό να έχουν μόνο μια μικρή επίδραση και να συμμετέχουν σε κάποια πτυχή που σχετίζεται με τη διαταραχή (και σε ένα ευρύ φάσμα τις φυσιολογικής ανθρώπινης συμπεριφοράς) και όχι στη διαταραχή αυτή καθαυτή.[24][25][26][27][28][29]

Η προχωρημένη ηλικία του πατέρα έχει συνδεθεί με μια κάπως αυξημένη πιθανότητα της διπολικής διαταραχής στους απογόνους, σύμφωνα με την υπόθεση της αύξησης νέων γενετικών μεταλλάξεων.[30]

Νευρολογικά αίτια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
microscopic image of a neuron
Μελέτες απεικονίσεως αποκάλυψαν διαφορές στον όγκο διάφορων περιοχών του εγκεφάλου ανάμεσα σε ασθενείς με διπολική διαταραχή και υγιείς ανθρώπους.

Ανωμαλίες στη δομή και λειτουργία ορισμένων κυκλωμάτων του εγκεφάλου θα μπορούσαν να κρύβουν τη διπολική διαταραχή. Αναλύσεις MRI σε άτομα με διπολική διαταραχή αναφέρουν αύξηση του όγκου των πλαγίων κοιλιών, της ωχράς σφαίρας καθώς και την αύξηση των ποσοστών λευκής ουσίας.[31][32][33] Ευρήματα της λειτουργικής μαγνητικής τομογραφίας δείχνουν μία ανώμαλη διαφοροποίηση μεταξύ περιοχών του προμετωπιαίου και στεφανιαίου λοβού, ιδιαίτερα στην αμυγδαλή, που ενδέχεται να συμβάλει στην κακή ρύθμιση των συναισθημάτων και των συμπτωμάτων της διάθεσης.[34]

Σύμφωνα με μία υπόθεση, όταν οι άνθρωποι που έχουν γενετική προδιάθεση προς την διπολική διαταραχή βιώνουν στρεσογόνα γεγονότα, το όριο του στρες στο οποίο συμβαίνουν οι αλλαγές της διάθεσης γίνεται σταδιακά χαμηλότερο, μέχρι τα επεισόδια τελικά να ξεκινήσουν (και να επαναληφθούν) χωρίς προειδοποίηση. Υπάρχουν στοιχεία στον άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων, πως μπορεί να αναπτύξει ανωμαλίες στη διπολική διαταραχή που οφείλεται στο στρες.[35][36][37][38]

Άλλα συστατικά του εγκεφάλου που έχουν προταθεί ότι παίζουν ένα ρόλο είναι τα μιτοχόνδρια,[39] και μια αντλία τριφωσφορικής αδενοσίνης νατρίου,[40] προκαλώντας κυκλικές περιόδους κακής πυροδότησης των νευρώνων (κατάθλιψη) καθώς και υπερευαισθησίας των νευρώνων (μανία).[41]

Περιβαλλοντικά αίτια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι περιβαλλοντικοί παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και την πορεία της διπολικής διαταραχής, και ότι οι ατομικές ψυχοκοινωνικές μεταβλητές μπορεί να αλληλεπιδράσουν με γενετικές προδιαθέσεις.[28] Υπάρχουν αρκετά συνεπή στοιχεία από μελέτες που δείχνουν ότι πρόσφατα γεγονότα στην ζωής και στις διαπροσωπικές σχέσεις συμβάλλουν στην πιθανότητα υποτροπών της διπολικής διαταραχής, όπως και στην μείζονα κατάθλιψη.[42] Υπήρξαν επανειλημμένες αναφορές ότι το ένα τρίτο έως το ήμισυ των ενηλίκων που έχει διαγνωστεί με διπολική διαταραχή αναφέρουν τραυματικές/βίαιες εμπειρίες στην παιδική ηλικία, κάτι που συνδέεται με γρηγορότερη εμφάνιση καθώς και χειρότερη εξέλιξη της διαταραχής.[43] Ο συνολικός αριθμός αυτών που αναφέρουν στρεσογόνα γεγονότα στην παιδική ηλικία είναι υψηλότερος σε εκείνους που διαγνώσθηκαν με διπολική διαταραχή στην ενήλικη ζωή τους σε σύγκριση με εκείνους χωρίς ιδιαίτερα στρεσογόνα γεγονότα.[44]

Νευρολογικά αίτια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λιγότερο συχνά η διπολική διαταραχή μπορεί να συμβεί σε συνδυασμό με μια νευρολογική πάθηση ή βλάβη όπως εγκεφαλικό επεισόδιο, τραυματική βλάβη εγκεφάλου, μόλυνση από HIV, πολλαπλή σκλήρυνση, πορφυρία και πιο σπάνια απο επιληψία κροταφικού λοβού.[45]

Νευροενδοκρινολογικά αίτια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ντοπαμίνη, ένας γνωστός νευροδιαβιβαστής υπεύθυνος για την εναλλαγή της διάθεσης έχει αποδειχθεί ότι αυξάνεται κατά τη διάρκεια της μανίας.[46] Δύο επιπλέον νευροδιαβιβαστές, το γάμμα-αμινοβουτυρικό οξύ και το γλουταμικό, έχει ανακαλυφθεί ότι προκαλούν ανεβασμένα επίπεδα διάθεσης. Το γλουταμικό αυξάνεται σημαντικά εντός του αριστερού πλαγιοπίσθιου προμετωπιαίου φλοιόυ κατά τη διάρκεια της μανιακής φάσης της διπολικής διαταραχής, και επιστρέφει σε φυσιολογικά επίπεδα μόλις το επεισόδιο τελειώσει.[47] Το γάμμα-αμινοβουτυρικό βρίσκεται σε υψηλότερες συγκεντρώσεις σε άτομα με διπολική διαταραχή οδηγώντας στην μείωση υποδοχέων γάμμα-αμινοβουτυρικού.[48][49] Η αύξηση του γάμμα-αμινοβουτυρικού είναι πιθανόν να προκαλείται από μια διαταραχή στην πρόωρη ανάπτυξη που με τη σειρά της προκαλεί μια διαταραχή της μετανάστευσης των κυττάρων και του σχηματισμόυ φυσιολογικής ανάπτυξης των δομών του εγκεφάλου που συνδέονται συνήθως με τον εγκεφαλικό φλοιό.[50]

Η πρόληψη της διπολικής διαταραχής έχει επικεντρωθεί στο στρες (όπως στις αντιξοότητες της παιδικής ηλικίας ή μιας πολύ συγκρουσιακής οικογένειας), κάτι το οποίο παρόλο που δεν είναι διαγνωστικός παράγοντας για τη διπολική διαταραχή, θέτει κάποια γενετικά και βιολογικά ευάλωτα άτομα σε κίνδυνο για μια πιο άσχημη πορεία της νόσου.[51] Έχει υπάρξει συζήτηση και προβληματισμός γύρω από τη χρήση κάνναβης και την διπολική διαταραχή.[52]

Η διάγνωση βασίζεται σε προσωπικές εμπειρίες του ασθενούς καθώς και ανωμαλίες στη συμπεριφορά που έχουν παρατηρηθεί από μέλη της οικογένειας, φίλους ή συναδέλφους. Η διάγνωση συνεχίζεται με σημάδια που παρατηρεί ο ψυχίατρος ή ο ψυχολόγος ως οι μόνοι αρμόδιοι. Υπάρχει μια λίστα με κριτήρια που πρέπει να υπάρχουν για να διαγνωσθεί τελικά η διπολική διαταραχή, αυτά βασίζονται στην ύπαρξη και τη διάρκεια ορισμένων συμπτωμάτων ή σημείων.[53]

Αρχικά μπορεί ο ασθενής να εξεταστεί από έναν ιατρό. Παρόλο που δεν υπάρχουν βιολογικές εξετάσεις που να επιβεβαιώνουν τη διπολική διαταραχή, μπορεί να γίνουν κάποιες για να αποκλειστούν παθήσεις και ασθένειες που παρουσιάζονται με παρόμοια συμπτώματα.

Το διπολικό φάσμα αναφέρεται σε μια κατηγορία διαταραχών που παρουσιάζουν ασυνήθιστα ανεβασμένη ή καταθλιπτική διάθεση. Αυτές οι διαταραχές κυμαίνονται από διπολική διαταραχή I, πλήρη μανιακά επεισόδια, κυκλοθυμία, υπομανιακά επεισόδια έως διαταραχές που πληρούν μόνο μερικά από τα κριτήρια μανίας ή υπομανίας. Αυτές οι διαταραχές συνήθως περιλαμβάνουν τα καταθλιπτικά συμπτώματα ή επεισόδια που μπορούν να εναλλαχτούν με ανεβασμένη διάθεση ή ακόμα και μικτά επεισόδια που εμφανίζουν τα συμπτώματα και των δύο πόλων.[54] Η έννοια του διπολικού φάσματος είναι η ίδια με αυτή του Έμιλ Κραίπελιν, της μανιοκαταθλιπτικής ασθένειας.[55] Αυτή τη στιγμή η μανιοκαταθλιπτική ασθένεια αναφέρεται συνήθως ως διπολική διαταραχή. Ένα απλό ονοματολογικό σύστημα συστήθηκε το 1978 για να ξεχωρίζει πιο εύκολα το σημείο που βρίσκεται το άτομο μέσα στο διπολικό φάσμα.[56]

Τα σημεία του φάσματος που χρησιμοποιούν αυτή την ονοματολογία συμβολίζονται με τη χρήση των παρακάτω κωδικών:

  • M—σοβαρή μανία
  • D—σοβαρή κατάθλιψη (μονοπολική κατάθλιψη)
  • m—ηπιότερη μανία (υπομανία)
  • d—ηπιότερη κατάθλιψη

Συνεπώς το mD αντιπροσωπεύει μια υπομανιακή κατάσταση με μείζονα κατάθλιψη. Ένας περαιτέρω διαχωρισμός γίνεται μερικές φορές στη σειρά των γραμμάτων για να αναδείξει τη σειρά των επεισοδίων, όταν δηλαδή η φυσιολογική κατάσταση του ασθενούς διακόπτεται από επεισόδια μανίας ακολουθούμενα από κατάθλιψη (MD) ή αντιστρόφως (DM).

Εφαρμόζοντας αυτό το μοντέλο η μονοπολική κατάθλιψη συμβολίζεται με D. Η μονοπολική μανία (M) είναι είτε πολύ σπάνια, ή ανύπαρκτη δεδομένου ότι υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία για κάτι τέτοιο, τέτοιες περιπτώσεις εξάλλου αναφέρονται ως Md.[57]

Η μονοπολική υπομανία (m) χωρίς συνοδευόμενη κατάθλιψη έχει αναφερθεί ωστόσο στην ιατρική βιβλιογραφία.[58] Υπάρχει προβληματισμός για το εάν αυτή η κατάσταση μπορεί να εμφανιστεί με μεγαλύτερη συχνότητα στον γενικό πληθυσμό που δεν λαμβάνει θεραπεία. Η επιτυχής κοινωνική λειτουργία αυτών των ατόμων με τις δυνητικά υψηλές επιδόσεις μπορεί να οδηγήσει στο να τους χαρακτηρίζουν φυσιολογικούς, αντί για άτομα με σημαντική απορρύθμιση.

Κριτήρια και υποτύποι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δεν υπάρχει καμία σαφής συναίνεση μεταξύ επιστημόνων ως προς το πόσοι τύποι της διπολικής διαταραχής υπάρχουν.[59] Ωστόσο το DSM-IV-TR (Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders) και ICD-10 (International Statistical Classification of Diseases and Related Health Problems) αναφέρουν ότι η διπολική διαταραχή είναι αντιληπτή ως ένα φάσμα διαταραχών που συμβαίνουν σε ένα συνεχές. Το DSM-IV-TR απαριθμεί τρεις ειδικούς υποτύπους και έναν υποτύπο για μη καθορισμένη κατηγορία διπολικής διαταραχής.[60]

Διπολική Διαταραχή Ι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ένα ή περισσότερα μανιακά επεισόδια. Υποκατηγορίες καθορίζουν αν έχουν υπάρξει πάνω από ένα επεισόδια και τον τύπο το πιο πρόσφατου επεισοδίου.[61] Ένα καταθλιπτικο ή υπομανιακό επεισόδιο δεν χρειάζεται για τη διάγνωση αλλά συχνά συμβαίνει.

Διπολική Διαταραχή ΙΙ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κανένα μανιακό αλλά ένα ή και περισσότερα υπομανιακά επεισόδια, καθώς και ένα ή περισσότερα καταθλιπτικά επεισόδια.[62] Τα υπομανιακά επεισόδια δεν φτάνουν τις ακραίες μορφές της μανίας (π.χ συνήθως δεν προκαλούν σοβαρή κοινωνική δυσλειτουργία και δεν υπάρχουν ψυχωσικά συμπτώματα) και αυτό μπορεί να κάνει τη διπολική διαταραχή ΙΙ δύσκολη να διαγνωσθεί έγκαιρα καθώς τα υπομανιακά επεισόδια μπορεί να φαίνονται ως μια περίοδος μεγάλης παραγωγικότητας και αναφέρονται σπανιότερα από τα καταθλιπτικά επεισόδια.
Ένα ιστορικό υπομανιακών επεισοδίων με περιόδους κατάθλιψης που δεν πληρούν τα κριτήρια για μείζονα καταθλιπτικά επεισόδια.[63] Υπάρχει μια ήπια κυκλική αλλαγή της διάθεσης η οποία φαίνεται στον παρατηρητή ως στοιχείο της προσωπικότητας και εμποδίζει την ομαλή κοινωνική και διαπροσωπική λειτουργία του ασθενούς.

Διπολική Διαταραχή που δεν μπορεί να καθοριστεί

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Αυτή η διάγνωση γίνεται όταν η διαταραχή δεν συμπίπτει με καμία από τις πιο πάνω κατηγορίες. Μπορεί να επηρεάσει πολύ αρνητικά την ποιότητα ζωής του ασθενούς.[64]

Διπολική διαταραχή ταχείας εναλλαγής

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι περισσότεροι άνθρωποι που πληρούν τα κριτήρια για τη διπολική διαταραχή βιώνουν μια σειρά επεισοδίων, κατά μέσο όρο 0.4 έως 0.7 ανά έτος, διάρκειας τριών έως έξι μηνών.[65] Η ταχεία εναλλαγή, ωστόσο, είναι μία κατάσταση που μπορεί να εφαρμοστεί σε οποιοδήποτε από τους παραπάνω υποτύπους. Η ταχεία εναλλαγή στην διπολική διαταραχή χαρακτηρίζεται από τέσσερα ή περισσότερα επεισόδια ετησίως και εμφανίζεται σε ένα σημαντικό ποσοστό των ατόμων με διπολική διαταραχή. Ο ορισμός της ταχείας εναλλαγής και βάσει του Diagnostic and Stistical Manual of Mental Disorders (DSM) είναι τουλάχιστον τέσσερα μείζονα καταθλιπτικά, μανιακά, υπομανιακά ή μεικτά επεισόδια να έχουν συμβεί κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 12 μηνών.[66] Υπερταχεία (σε διάστημα κάποιων ημερών) καθώς και υπερ-υπερταχεία (σε διάστημα κάποιων ωρών) εναλλαγή έχει επίσης εμφανιστεί.[67][68]

Διαφορική διάγνωση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπάρχουν διάφορες άλλες ψυχικές διαταραχές οι οποίες μπορεί να παρουσιάζουν παρόμοια συμπτώματα με τη διπολική διαταραχή. Αυτές περιλαμβάνουν τη σχιζοφρένεια, διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ADHD), και κάποιες διαταραχές της προσωπικότητας, συμπεριλαμβανομένης της οριακής (μετεχμιακής) διαταραχής προσωπικότητας.[69][70][71]

Έχει παρατηρηθεί ότι η διάγνωση για διπολική διαταραχή γίνεται βάσει του ιστορικού του ασθενούς, έτσι ώστε, από τεχνική άποψη, ο καθένας με μια ιστορία υπομανίας και κατάθλιψης έχει διπολική διαταραχή, ανεξάρτητα από την τρέχουσα ή μελλοντική του ψυχική κατάσταση. Αυτό έχει περιγραφεί ως «ένα ηθικό και μεθοδολογικό ζήτημα», καθώς αυτό σημαίνει ότι κανείς δεν μπορεί να θεωρηθεί ως θεραπευμένος (παρά μόνο χαρακτηρίζεται «σε ύφεση») από διπολική διαταραχή. Αυτή θεωρείται ιδιαίτερα προβληματική κατάσταση, δεδομένου ότι τα σύντομα υπομανιακά επεισόδια είναι ευρέως διαδεδομένα μεταξύ των ανθρώπων και δεν συνδέονται κατ' ανάγκην με τη δυσλειτουργία.

Το λίθιο είναι το μόνο φάρμακο που θεραπεύει τη μανία στα παιδιά.

Η διπολική διαταραχή δεν μπορεί να θεραπευτεί, αντιθέτως η θεραπεία εστιάζει στο να βοηθήσει κάποιο άτομο να ελέγχει τα υπάρχοντα επεισόδια και στο να μην αναπτύξει άλλα επεισόδια στο μέλλον. Η θεραπεία γίνεται με φαρμακευτική αγωγή και ψυχοθεραπεία. Νοσηλεία ίσως χρειαστεί, ειδικά σε επεισόδια μανίας.[72][73]

Ψυχοθεραπευτική προσέγγιση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ψυχοθεραπεία έχει ως στόχο την ανακούφιση των συμπτωμάτων, αναγνωρίζει τι πυροδοτεί το κάθε επεισόδιο, μειώνει τα αρνητικά συναισθήματα που εκφράζονται στις σχέσεις, αναγνωρίζει αρχικά συμπτώματα πριν από την πλήρη υποτροπή καθώς και αναγνωρίζει τους παράγοντες που οδηγούν στην διατήρηση της ύφεσης.[74][75][76] Η γνωσιακή συμπεριφοριστική θεραπεία, θεραπεία με επίκεντρο την οικογένεια και ψυχοεκπαίδευση έχουν την μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και βοηθάνε στην πρόληψη των υποτροπών, ενώ η θεραπεία κοινωνικού ρυθμού και η διαπροσωπική ψυχοθεραπεία φαίνεται να είναι οι πιο αποτελεσματικές όσον αφορά τα καταθλιπτικά συμπτώματα. Οι περισσότερες μελέτες έχουν βασιστεί μόνο σε ασθενείς με διπολική διαταραχή, όμως, και η θεραπεία κατά τη διάρκεια της οξείας φάσης μπορεί να είναι μια ιδιαίτερη πρόκληση.[77][78]

Φαρμακευτική αγωγή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός φαρμάκων που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της διπολικής διαταραχής.[79] Η φαρμακευτική αγωγή με το καλύτερο αποτέλεσμα είναι το λίθιο, το οποίο είναι αποτελεσματικό στη θεραπεία της οξείας μανίας[80] καθώς και στην πρόληψη των υποτροπών περισσότερο για μανιακά αντί για καταθλιπτικά επεισόδια.[81] Το λίθιο μειώνει τον κίνδυνο της αυτοκτονίας και αυτοτραυματισμού σε άτομα με διπολική διαταραχή.[82]

Τέσσερα αντιεπιληπτικά χρησιμοποιούνται στη θεραπεία της διπολικής διαταραχής. Η καρβαμαζεπίνη είναι αποτελεσματική στη θεραπεία των μανιακών επεισοδίων , με κάποιες έρευνες να δείχνουν πως είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική στην ταχεία εναλλαγή της διπολικής διαταραχής καθώς και σε εκείνους με έντονα ψυχωσικά συμπτώματα . Είναι λιγότερο αποτελεσματική ωστόσο στην πρόληψη της υποτροπής από το λίθιο.[83] Η καρβαμαζεπίνη έγινε δημοφιλής επιλογή θεραπείας για τη διπολική διαταραχή στα τέλη του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αλλά εκτοπίστηκε από το βαλπροϊκό νάτριο στη δεκαετία του 1990 το οποίο πλέον χρησιμοποιείται συχνότερα σαν θεραπεία για τη διπολική διαταραχή καθώς είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικό στη θεραπεία μανιακών επεισοδίων.[84] Η λαμοτριγίνη έχει κάποια αποτελεσματικότητα στη θεραπεία της διπολικής κατάθλιψης, έχει επίσης αποδειχθεί ότι έχει κάποια αποτελεσματικότητα στην πρόληψη περαιτέρω επεισοδίων αν και σύμφωνα με μελέτες που έχουν γίνει δεν είναι αρκετά αποτελεσματική στην ταχεία εναλλαγή.[85][86] Η αποτελεσματικότητα της τοπιραμάτης είναι άγνωστη.[87] Ανάλογα με τη σοβαρότητα της περίπτωσης, αντιεπιληπτικά μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε συνδυασμό με λίθιο ή και μόνα τους.[88]

Αντιψυχωσικά έχουν βρεθεί να είναι χρήσιμα για τη διαχείριση της μανίας που σχετίζεται με τη διπολική διαταραχή, ωστόσο οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις δεν είναι σαφείς.[89] Η ολανζαπίνη είναι αποτελεσματική στην πρόληψη των υποτροπών, αν και τα στοιχεία δεν είναι τόσα πολλά όσο για το λίθιο.[90] Τα αντικαταθλιπτικά δεν έχουν δείξει να επιφέρουν κάποια βελτίωση που να μην την προκαλούν και απο μόνοι τους άλλοι σταθεροποιητές διάθεσης.[91]

Χορήγηση βενζοδιαζεπινών για σύντομο χρονικό διάστημα μπορεί να χρησιμοποιηθεί παράλληλα με άλλα φάρμακα μέχρι να σταθεροποιηθεί πλήρως η διάθεση.[92]

Για πολλά άτομα με διπολική διαταραχή μια καλή πρόγνωση προκύπτει από μια καλή θεραπεία, η οποία με τη σειρά της, προκύπτει από μια σωστή διάγνωση. Επειδή η διπολική διαταραχή μπορεί να έχει ένα υψηλό ποσοστό λανθασμένης διάγνωσης[12], είναι συχνά δύσκολο για τα άτομα με την διαταραχή να λάβουν έγκαιρη και κατάλληλη θεραπεία.

Η διπολική διαταραχή μπορεί να είναι μια σοβαρή ιατρική κατάσταση. Ωστόσο τα άτομα με διπολική διαταραχή μπορεί να ζήσουν μια ολοκληρωμένη και ικανοποιητική ζωή. Αρκετά συχνά, η φαρμακευτική αγωγή είναι απαραίτητη για την επίτευξη του στόχου αυτού. Τα άτομα με διπολική διαταραχή μπορεί να έχουν περιόδους φυσιολογικής ή σχεδόν φυσιολογικής λειτουργίας μεταξύ των επεισοδίων (νορμοθυμία).[93]

Η λειτουργικότητα του ατόμου στη διπολική διαταραχή Ι και ΙΙ μεταβάλλεται με το χρόνο κατά μήκος ενός φάσματος από καλή ως μέτρια έως κακή. Κατά τη διάρκεια των περιόδων της μείζονος κατάθλιψης ή μανίας, η λειτουργικότητα είναι συνήθως κακή, με την κατάθλιψη να συνδέεται περισσότερο με την δυσλειτουργία από τη μανία. Η λειτουργικότητα του ατόμου μεταξύ των επεισοδίων είναι κατά μέσο όρο καλή. Ωστόσο τα συμπτώματα της υπομανίας συνδέονται περισσότερο με την βελτίωση της λειτουργικότητας του ατόμου.[94]

Μια άλλη μελέτη επιβεβαίωσε τη σοβαρότητα της διαταραχής λέγοντας πως «το ποσοστό της θνησιμότητας από κάθε αίτιο σε ασθενείς με διπολική διαταραχή έχει αυξηθεί περίπου δύο φορές». Η διαταραχή συνδέεται με ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό αυτοκτονίας, ειδικά στα καταθλιπτικά επεισόδια.[95]

Η διπολική διαταραχή μπορεί να προκαλέσει αυτοκτονικό ιδεασμό που οδηγεί σε απόπειρες αυτοκτονίας. Ένα στα τρία άτομα με διπολική διαταραχή έχουν κάνει απόπειρες αυτοκτονίας στο παρελθόν ή έχουν αυτοκτονήσει. Το ποσοστό θνησιμότητας από αυτοκτονία στη διπολική διαταραχή είναι μεταξύ 18-25%.[96][97][98]

Ιστορία της διαταραχής

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Γερμανός ψυχολόγος Έμιλ Κραίπελιν ήταν ο πρώτος που έκανε τον διαχωρισμό ανάμεσα στην μανιοκαταθλιπτική ασθένεια και την σχιζοφρένεια στα τέλη του 19ου αιώνα.

Παραλλαγές της διάθεσης και διαφοροποιήσεις στα επίπεδα ενέργειας έχουν παρατηρηθεί στην ιστορία προ αμνημονεύτων χρόνων. Οι λέξεις «μελαγχολία» (μια παλιά λέξη για την κατάθλιψη) και «μανία» προέρχονται από την αρχαία Ελλάδα. Η λέξη μελαγχολία προέρχεται από το μέλας, που σημαίνει «μαύρο» και χόλος που σημαίνει «χολή»,[99] ενδεικτικό της προέλευσης του όρου στις προ-Ιπποκράτη θεωρίες. Εντός των θεωριών αυτών η μανία θεωρήθηκε πως βγαίνει από περίσσεια κίτρινη χολή, ή ένα μείγμα από μαύρη και κίτρινη χολή. Οι γλωσσικές ρίζες της μανίας, ωστόσο, δεν είναι τόσο ξεκάθαρες. Κάποιες ετυμολογίες που προτείνει ο Ρωμαίος ιατρός, Αυρηλιανός, συμπεριλαμβανομένων των αρχαίων ελληνικών λέξεων «ἀνία», που σημαίνει «να παράγει μεγάλη ψυχική οδύνη» και «μανός», που σημαίνει «χαλαρός», το οποίο προσεγγίζει σε υπερβολική χαλάρωση του νου και της ψυχής.[100] Υπάρχουν τουλάχιστον πέντε άλλες υποψήφιες ετυμολογίες, και μέρος της σύγχυσης που περιβάλλει την ακριβή ετυμολογία της λέξης «μανία» είναι η ποικίλη χρήση της στην προ-ιπποκράτειο ποίηση και μυθολογία.[100]

Στις αρχές της δεκαετίας του 1800, ο Γάλλος ψυχίατρος Ζαν-Ετιάν Ντομινίκ Εσκιρόλ και οι «συναισθηματικές μονομανίες», ήταν η πρώτη προσέγγιση σε ό,τι ήταν να εξελιχθεί στη σύγχρονο κατάθλιψη.[101] Η βάση της τρέχουσας σύλληψης της μανιοκατάθλιψης μπορεί να εντοπιστεί στη δεκαετία του 1850, στις 31 Ιανουαρίου του 1854, ο Ζυλ Μπελαρζέ περιγράφει στη Γαλλική Αυτοκρατορική Ακαδημία Ιατρικής μία διφασική ψυχική ασθένεια που προκαλεί επαναλαμβανόμενες ταλαντώσεις μεταξύ μανίας και της κατάθλιψης, την οποία ονόμασε folie à double forme («διπλής μορφής παραφροσύνη»).[102] Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 14 Φεβρουαρίου 1854, ο Ζαν-Πιέρ Φαλρέ παρουσίασε μια περιγραφή στην Ακαδημία σχετικά με το τι ήταν ουσιαστικά η ίδια διαταραχή, και ορίζεται folie circulaire («κυκλική παραφροσύνη») από αυτόν. [103]

Αυτές οι έννοιες αναπτύχθηκαν περαιτέρω από τον Γερμανό ψυχίατρο Έμιλ Κραίπελιν, ο οποίος, χρησιμοποιώντας την προσέγγιση του Κάλμπαουμ σχετικά με την κυκλοθυμία,[104] κατηγοριοποιεί και μελετά τη φυσική πορεία των ασθενών με διπολική διαταραχή οι οποίοι δεν λάμβαναν κανένα είδος θεραπείας. Αυτός επινόησε τον όρο μανιοκαταθλιπτική ψύχωση, αφού διαπίστωσε ότι οι περίοδοι της οξείας ασθένειας, μανίας ή κατάθλιψης, γενικά χαρακτηρίζονταν από διαστήματα όπου ο ασθενής ήταν σε θέση να λειτουργήσει κανονικά.[105]

Ο όρος «μανιοκαταθλιπτική αντίδραση» εμφανίστηκε στο πρώτο διαγνωστικό εγχειρίδιο της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας το 1952, επηρεασμένη από την κληρονομιά του Άντολφ Μέγιερ ο οποίος είχε προτείνει την ασθένεια ως αντίδραση βιογενετικών παραγόντων από ψυχολογικές και κοινωνικές επιρροές.[106] Οι υποτύποι της διπολικής διαταραχής προτάθηκαν για πρώτη φορά από τον Γερμανό ψυχίατρο Καρλ Λέονχαρντ το 1957 ο οποίος ήταν και ο πρώτος που εισήγαγε τον όρο διπολικός (για άτομα με μανία) και μονοπολικός (για άτομα με καταθλιπτικά επεισόδια).[107]


  1. Mayo Clinic staff. «Bipolar disorder: Tests and diagnosis». MayoClinic.com. Ανακτήθηκε στις 19 Ιουλίου 2010. 
  2. Read, Kimberly (27 Φεβρουαρίου 2010). «Warning Signs of Mania». About.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Ιουνίου 2011. Ανακτήθηκε στις 6 Δεκεμβρίου 2010. 
  3. «Bipolar Disorder». National Institute of Mental Health (NIMH). 2012. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Οκτωβρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 6 Ιουλίου 2012. 
  4. Dean, k; Walsh E, Morgan C, et al. (2007). «Aggressive behaviour at first contact with services: findings from the AESOP First Episode Psychosis Study». Psychological Medicine 37 (4): 547–57. doi:10.1017/S003329170600892. PMID 17018170. https://archive.org/details/sim_psychological-medicine_2007-04_37_4/page/547. 
  5. PMID 9359982 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  6. PMID 728692 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  7. PMID 20488276 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  8. «Hypomania and Mania Symptoms in Bipolar Disorder». WebMD.com. 10 Ιανουαρίου 2010. 
  9. «Bipolar Disorder: NIH Publication No. 95-3679». U.S. National Institutes of Health. Σεπτεμβρίου 1995. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Απριλίου 2008. Ανακτήθηκε στις 24 Φεβρουαρίου 2014. 
  10. «Bipolar II Disorder Symptoms and Signs». Web M.D. Ανακτήθηκε στις 6 Δεκεμβρίου 2010. 
  11. «Practice Guideline for the Treatment of Patients With Bipolar Disorder Second Edition». APA Practice Guidelines for the Treatment of Psychiatric Disorders: Comprehensive Guidelines and Guideline Watches. 1. 2006. doi:10.1176/appi.books.9780890423363.50051. ISBN 978-0-89042-336-3. 
  12. 12,0 12,1 PMID 11141528 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  13. Muzina, DJ; Kemp, DE; McIntyre, RS (2007 Oct–Dec). «Differentiating bipolar disorders from major depressive disorders: treatment implications». Annals of Clinical Psychiatry 19 (4): 305–12. doi:10.1080/10401230701653591. PMID 18058287. 
  14. Goldman E (1999). «Severe Anxiety, Agitation are Warning Signals of Suicide in Bipolar Patients». Clin Psychiatr News: 25. 
  15. Mansell, W; Pedley, R (2008 Mar). «The ascent into mania: a review of psychological processes associated with the development of manic symptoms.». Clinical psychology review 28 (3): 494-520. PMID 17825463. https://archive.org/details/sim_clinical-psychology-review_2008-03_28_3/page/494. 
  16. Srivastava, S; Ketter, TA (2010 Dec). «The link between bipolar disorders and creativity: evidence from personality and temperament studies.». Current psychiatry reports 12 (6): 522-30. PMID 20936438. 
  17. Jamison & Goodwin 2007, σελ. 338.
  18. Andreoli, TE (1989 Aug 15). «Molecular aspects of endocrinology.». Hospital practice (Office ed.) 24 (8): 11-2. PMID 2504732. 
  19. Sagman D and Tohen M (2009). «Comorbidity in Bipolar Disorder: The Complexity of Diagnosis and Treatment». Psychiatric Times. http://www.psychiatrictimes.com/display/article/10168/1391541. 
  20. PMID 15465978 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  21. 21,0 21,1 PMID 17692389 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  22. PMID 17239033 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  23. PMID 5304735 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  24. 24,0 24,1 PMID 18560438 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  25. Segurado, R; Detera-Wadleigh, SD; Levinson, DF; Lewis, CM; Gill, M; Nurnberger JI, Jr; Craddock, N; DePaulo, JR; Baron, M; Gershon, ES; Ekholm, J; Cichon, S; Turecki, G; Claes, S; Kelsoe, JR; Schofield, PR; Badenhop, RF; Morissette, J; Coon, H; Blackwood, D; McInnes, LA; Foroud, T; Edenberg, HJ; Reich, T; Rice, JP; Goate, A; McInnis, MG; McMahon, FJ; Badner, JA; Goldin, LR; Bennett, P; Willour, VL; Zandi, PP; Liu, J; Gilliam, C; Juo, SH; Berrettini, WH; Yoshikawa, T; Peltonen, L; Lönnqvist, J; Nöthen, MM; Schumacher, J; Windemuth, C; Rietschel, M; Propping, P; Maier, W; Alda, M; Grof, P; Rouleau, GA; Del-Favero, J; Van Broeckhoven, C; Mendlewicz, J; Adolfsson, R; Spence, MA; Luebbert, H; Adams, LJ; Donald, JA; Mitchell, PB; Barden, N; Shink, E; Byerley, W; Muir, W; Visscher, PM; Macgregor, S; Gurling, H; Kalsi, G; McQuillin, A; Escamilla, MA; Reus, VI; Leon, P; Freimer, NB; Ewald, H; Kruse, TA; Mors, O; Radhakrishna, U; Blouin, JL; Antonarakis, SE; Akarsu, N (July 2003). «Genome scan meta-analysis of schizophrenia and bipolar disorder, part III: Bipolar disorder.». American Journal of Human Genetics 73 (1): 49–62. doi:10.1086/376547. PMID 12802785. PMC 1180589. https://archive.org/details/sim_american-journal-of-human-genetics_2003-07_73_1/page/49. 
  26. McQueen, MB; Devlin, B; Faraone, SV; Nimgaonkar, VL; Sklar, P; Smoller, JW; Abou Jamra, R; Albus, M και άλλοι. (2005). «Combigned analysis from eleven linkage studies of bipolar disorder provides strong evidence of susceptibility loci on chromosomes 6q and 8q». Am. J. Hum. Genet. 77 (4): 582–595. doi:10.1086/491603. PMID 16175504. PMC 1275607. https://archive.org/details/sim_american-journal-of-human-genetics_2005-10_77_4/page/582. 
  27. PMID 12802785 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  28. 28,0 28,1 PMID 18332878 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand

  29. PMID 18762589 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  30. PMID 18762588 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  31. PMID 19721106 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  32. «Bipolar MRI Database». Bipolar Disorder Neuroimaging Database (BiND). 

  33. PMID 1353322 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  34. PMID 15783292 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  35. PMID 15826743 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  36. PMID 21334286 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  37. PMID 16027739 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  38. Brown & Basso 2004, σελ. 16.
  39. PMID 19909672 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  40. PMID 16140445 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  41. PMID 16581389 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  42. PMID 18606036 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  43. Murray ED, Buttner N, Price BH. (2012) Depression and Psychosis in Neurological Practice. In: Neurology in Clinical Practice, 6th Edition. Bradley WG, Daroff RB, Fenichel GM, Jankovic J (eds.) Butterworth Heinemann. April 12, 2012. ISBN 1437704344 | ISBN 978-1437704341
  44. Berk, M.; Dodd, S., Kauer-Sant'Anna, M., Malhi, G. S., Bourin, M., Kapczinski, F., & Norman, T. (2007). «Dopamine dysregulation syndrome: implications for a dopamine hypothesis of bipolar disorder. Acta Psychiatrica Scandinavica». Acta Psychiatrica Scandinavica 116: 41–49. doi:10.1111/j.1600-0447.2007.01058.x. 
  45. Michael, N.; Erfurth, A., Ohrmann, P., Gossling, M., Arolt, V., Heindel, W., & Pfleiderer, B. (2003). «Acute mania is accompanied by elevated glutamate/glutamine levels within the left dorsolateral prefrontal cortex». Psychopharmacology 168 (3): 344–346. doi:10.1007/s00213-003-1440-z. https://archive.org/details/sim_psychopharmacology_2003-07_168_3/page/344. 
  46. Brady, R. O.; McCarthy, J. M., Prescot, A. P., Jensen, J. E., Cooper, A. J., Cohen, B. M., . . . Ongur, D. (2013). «Brain gamma-aminobutyric acid (GABA) abnormalities in bipolar disorder». Bipolar Disorders 15 (4): 434–439. doi:10.1111/bdi.12074. 
  47. Fatemi, S. H.; Folsom, T. D., & Thuras, P. D. (2011). Schizophrenia Research 128 (1-3): 37–43. doi:10.1016/j.schres.2010.12.025. 
  48. Benes, F. M.; Berretta, S. (2001). «GABAergic interneurons: implications for understanding schizophrenia and bipolar disorder». Neuropsychopharmacology 25 (1): 1–27. 
  49. Miklowitz, DJ; Chang, KD (2008 Summer). «Prevention of bipolar disorder in at-risk children: theoretical assumptions and empirical foundations.». Development and psychopathology 20 (3): 881-97. PMID 18606036. https://archive.org/details/sim_development-and-psychopathology_summer-2008_20_3/page/881. 
  50. Khan, MA; Akella, S. «Cannabis-Induced Bipolar Disorder with Psychotic Features: A Case Report». Psychiatry (Edgmont) 6 (12): 44–48. 

  51. Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders, 4th Edition (Text Revision). American Psychiatric Association. σελ. 2000. 
  52. Across the Bipolar Spectrum: From Practice to Research
  53. Angst, J.; Felder, W.; Frey, R.; Stassen, H.H. (1978). «The course of affective disorders. I. Change of diagnosis of monopolar, unipolar, and bipolar illness». Archiv fur Psychiatrie und Nervenkrankheiten 226 (1): 57–64. doi:10.1007/BF00344124. PMID 708227. 
  54. «Why No "Unipolar Mania" Listing in DSM-IV? | Serendip's Exchange». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Νοεμβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2014. 
  55. Mood episodes and mood disorders: patterns of incidence and conversion in the first three decades of life, Katja Beesdo et al.,Bipolar Disorders Volume 11 Issue 6, Pages 637 - 64http://www3.interscience.wiley.com.ezp-prod1.hul.harvard.edu/journal/122542146/abstract
  56. PMID 16488021 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  57. «Bipolar Disorder». BehaveNet. 
  58. «Bipolar I Disorder». BehaveNet. 
  59. «Bipolar II Disorder». BehaveNet. [νεκρός σύνδεσμος]
  60. «Cyclothymic Disorder». BehaveNet. [νεκρός σύνδεσμος]
  61. «Not Otherwise Specified». BehaveNet. 
  62. PMID 11018218 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  63. Bauer, M.; Beaulieu, S; Dunner, DL; Lafer, B; Kupka, R. (February 2008). «Rapid cycling bipolar disorder – diagnostic concepts». Bipolar Disorders 10 (1 Pt 2): 153–62. doi:10.1111/j.1399-5618.2007.00560.x. PMID 18199234. 
  64. PMID 14642014 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  65. Fountoulakis, K.N.; Kontis, D., Gonda, X., Yatham, L.N. (Μάρτιος 2013). «A systematic review of the evidence on the treatment of rapid cycling bipolar disorder». Bipolar Disorders 15 (2): 115–227. doi:10.1111/bdi.12045. 
  66. PMID 15802085 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  67. PMID 15453104 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  68. PMID 22508593 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  69. PMID 16445476 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  70. PMID 17329468 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  71. Lam et al., 1999; Miklowitz & Goldstein, 1997; Frank, 2005.[απαιτείται πλήρης παραπομπή]
  72. Leahy & Johnson 2003.
  73. Basco & Rush 2005.
  74. PMID 17444074 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  75. PMID 16170918 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  76. Bauer, MS; Mitchner, L (January 2004). «What is a "mood stabilizer"? An evidence-based response.». The American Journal of Psychiatry 161 (1): 3–18. doi:10.1176/appi.ajp.161.1.3. PMID 14702242. https://archive.org/details/sim_american-journal-of-psychiatry_2004-01_161_1/page/3. 
  77. Poolsup, N; Li Wan Po, A; de Oliveira, IR (April 2000). «Systematic overview of lithium treatment in acute mania.». Journal of clinical pharmacy and therapeutics 25 (2): 139–56. doi:10.1046/j.1365-2710.2000.00278.x. PMID 10849192. https://archive.org/details/sim_journal-of-clinical-pharmacy-and-therapeutics_2000-04_25_2/page/139. 
  78. Geddes, JR; Burgess, S; Hawton, K; Jamison, K; Goodwin, GM (February 2004). «Long-term lithium therapy for bipolar disorder: systematic review and meta-analysis of randomized controlled trials.». The American Journal of Psychiatry 161 (2): 217–22. doi:10.1176/appi.ajp.161.2.217. PMID 14754766. https://archive.org/details/sim_american-journal-of-psychiatry_2004-02_161_2/page/217. 
  79. Cipriani, A.; Hawton, K.; Stockton, S.; Geddes, J. R. (27 June 2013). «Lithium in the prevention of suicide in mood disorders: updated systematic review and meta-analysis». BMJ 346 (jun27 4): f3646–f3646. doi:10.1136/bmj.f3646. 
  80. PMID 17190529 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  81. PMID 12535506 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  82. PMID 19118318 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  83. PMID 17290338 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  84. PMID 16437453 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  85. Barker 2003, σελίδες 284–85.
  86. Geddes, JR; Miklowitz, DJ (May 11, 2013). «Treatment of bipolar disorder». Lancet 381 (9878): 1672–82. doi:10.1016/S0140-6736(13)60857-0. PMID 23663953. 
  87. PMID 19160237 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  88. El-Mallakh, RS; Elmaadawi, AZ; Loganathan, M; Lohano, K; Gao, Y (July 2010). «Bipolar disorder: an update». Postgraduate Medicine 122 (4): 24–31. doi:10.3810/pgm.2010.07.2172. PMID 20675968. 
  89. «Benzodiazepines for Bipolar Disorder». WebMD.com. Ανακτήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2013. 
  90. Bergen 1999.
  91. Judd, LL; Akiskal, HS; Schettler, PJ; Endicott, J; Leon, AC; Solomon, DA; Coryell, W; Maser, JD; Keller, MB (2005 Dec). «Psychosocial disability in the course of bipolar I and II disorders: a prospective, comparative, longitudinal study.». Archives of general psychiatry 62 (12): 1322-30. PMID 16330720. 
  92. Osby, U; Brandt, L; Correia, N; Ekbom, A; Sparén, P (2001 Sep). «Excess mortality in bipolar and unipolar disorder in Sweden.». Archives of general psychiatry 58 (9): 844-50. PMID 11545667. 
  93. PMID 14638578 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  94. PMID 12738039 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  95. PMID 16125292 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  96. Liddell & Scott 1980.
  97. 100,0 100,1 PMID 11869749 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  98. "at the beginning of the 19th century with Esquirol’s ‘affective monomanias’ (notably ‘lypemania’, the first elaboration of what was to become our modern depression)", Which came first, the condition or the drug?, London Review of Books, Vol. 32 No. 19, 7 October 2010, pages 31–33, [1]
  99. PMID 15506718 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand (Γαλλικά
    ).
  100. PMID 6351641 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  101. Millon 1996, σελ. 290.
  102. Kraepelin, Emil (1921) Manic–depressive Insanity and Paranoia ISBN 0-405-07441-7
  103. Goodwin & Jamison 2007, Chapter 1.
  104. Goodwin & Jamison 2007, Introduction.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Άρθρα για την διπολική διαταραχή


Ελληνική Διπολική Οργάνωση